The Spirit of Adventure, Magritte, 1962 |
Ενώ ο Ούλριχ παρατηρούσε στοχαζόμενος το ιερό κτίριο κατανοώντας πλήρως την αρχιτεκτονική φινέτσα, στη συνείδησή του εισέβαλε ξάφνου απρόσμενα ζωηρά η σκέψη ότι με την ίδια ακριβώς ευκολία που οικοδομεί κανείς ή απλώς αφήνει όρθια τέτοια αξιοθέατα, θα μπορούσε να είναι και ανθρωποφάγος. Τα κτίρια δίπλα, η σκέπη του ουρανού από πάνω, γενικά η ανείπωτη αρμονία όλων των γραμμών και χώρων που υποδέχονταν τη ματιά και την οδηγούσαν, η εμφάνιση και έκφραση των ανθρώπων που προσπερνούσαν κάτω, τα βιβλία τους και η ηθική τους, τα δέντρα στους δρόμους…: όλα αυτά ήταν καμιά φορά άκαμπτα σαν ξύλινα παραβάν και σκληρά σαν μήτρα πιεστηρίου νομισμάτων και – δεν μπορείς να τα πεις άλλο από ολοκληρωμένα – τόσο ολοκληρωμένα που πλάι του είσαι περιττή ομίχλη, μια μικρή ανάσα που γι’ αυτήν ο Θεός δεν νοιάζεται ιδιαίτερα.
Εκείνη τη στιγμή ευχήθηκε να ήταν Άνθρωπος Χωρίς Ιδιότητες. Αλλά μάλλον κανένας δεν θα ένιωθε διαφορετικά. Κατά βάση στα χρόνια της μέσης ζωής λίγοι άνθρωποι ξέρουν πια πως έφτασαν στον εαυτό τους, στις διασκεδάσεις τους, στην κοσμοθεωρία τους, στη γυναίκα τους, στο χαρακτήρα, στο επάγγελμα και στις επιτυχίες, αλλά έχουν την αίσθηση πως τώρα τα πράγματα είναι αδύνατον πλέον να αλλάξουν ουσιαστικά. Θα μπορούσε μάλιστα να ειπωθεί ότι εξαπατήθηκαν, δεν μπορεί να ανακαλύψει κανείς κάποιον αποχρώντα λόγο που να εξηγεί γιατί τα πράγματα ήρθαν ακριβώς όπως ήρθαν· θα μπορούσαν να έχουν έρθει διαφορετικά · διότι τα συμβάντα προκλήθηκαν σε ελάχιστο βαθμό από τους ίδιους, συνήθως εξαρτήθηκαν από κάθε λογής περιστάσεις, από τις διαθέσεις, τη ζωή, το θάνατο τελείως διαφορετικών ανθρώπων, κι απλώς τη δεδομένη στιγμή έσπευσαν καταπάνω τους.
Η ζωή στα νεανικά χρόνια ήταν μπροστά τους σαν ανεξάντλητο χάραμα, όπου κι αν κοίταζες ήταν γεμάτη δυνατότητες και τίποτε· μα το μεσημέρι κιόλας εμφανίζεται κάτι που μπορεί να ισχυριστεί πως είναι η ζωή τους, και αυτό εν ολίγοις αιφνιδιάζει τόσο, όσο και η αναπάντεχη συνάντηση κάποια μέρα με κάποιον που αλληλογραφούσε κανείς μαζί του είκοσι χρόνια χωρίς να τον έχει δει και που τον φανταζόταν πολύ διαφορετικό. Το πιο παράξενο όμως είναι πως οι περισσότεροι άνθρωποι ούτε καν το αντιλαμβάνονται αυτό· υιοθετούν τον άνθρωπο που ήρθε, του οποίου η ζωή έχει εισχωρήσει στη δική τους ζωή, τα βιώματά του τους φαίνονται τώρα ως έκφραση των δικών τους ιδιοτήτων και η μοίρα του είναι δικό τους επίτευγμα ή ατυχία. Κάτι τους μεταχειρίστηκε όπως η κολλητική ταινία τις μύγες· τους έπιασε εδώ από μια τριχούλα, εκεί από μια κίνησή τους, τυλίγοντάς τους σιγά σιγά, ώσπου να θαφτούν κάτω από ένα παχύ κάλυμμα που ανταποκρίνεται ελάχιστα στην αρχική τους μορφή.