Τετάρτη 20 Νοεμβρίου 2013

...Εκεί που η ποίηση σού γνέφει

Alexandre Cabanel, Fallen Angel (λεπτομέρεια)
 «Να πας εκεί που η ποίηση σου γνέφει», μου ψιθύριζε το σύννεφο κάθε που έτρεμα σε κείνα τα θεόρατα ύψη, κι έβγαζε από τη σκοτεινή υγρή καρδιά του ανάσες ζεστές να με τυλίξουν. Τότε γινόταν ο ψίθυρός του μουσική που έκανε τους ουρανούς να σιγούν στο πέρασμά του και τροχιές να αλλάζουν οι καιροί· (ναι,…όπως ακριβώς συμβαίνει και στα παραμύθια, με τους μάγους και τους πρίγκιπες).
Και ύφαινε την ιστορία με τόσες …μεταμορφώσεις που ξέχασα ποια ήταν η αρχή της… (celia g.)

"…Ένα πρωί, μια κόρη με ξανθά μαλλιά και φόρεμα γαλάζιο χάθηκε μέσα σ’ εκείνο το μέρος του Παραδείσου. Τραγουδώντας και χορεύοντας περνούσε η ξανθομάλλα κόρη κάτω από τα δέντρα, και μέχρι τότε δεν είχε σκεφτεί ποτέ να ευχηθεί την ικανότητα της μεταμόρφωσης.
Μερικοί έξυπνοι πίθηκοι της χαμογελούσαν καθώς περνούσε, μερικοί θάμνοι τη χάιδευαν τρυφερά με μια περικοκλάδα, μερικά δέντρα της έριχναν ένα άνθος, ένα καρύδι, ένα μήλο, χωρίς όμως αυτή να δίνει καμιά σημασία.
Όταν το δέντρο Πίκτορ αντίκρισε την κόρη, τον κυρίευσε μια μεγάλη λαχτάρα· ένας πόθος για ευτυχία, έτσι όπως δεν τον είχε νιώσει ποτέ μέχρι τότε. ταυτόχρονα όμως έπεσε σε μια βαθιά περισυλλογή, αφού ένιωθε σαν να του φώναζε το ίδιο του το αίμα: «Στοχάσου! Θυμήσου αυτή την ώρα για όλη σου τη ζωή! Βρες το νόημά της· αλλιώς θα’ ναι πολύ αργά, και δε θα γίνεις ποτέ ευτυχισμένος». Κι αυτός υπάκουσε. Συλλογίστηκε την προέλευσή του, τα χρόνια που ήταν άνθρωπος, την πορεία του προς τον Παράδεισο και κυρίως εκείνη τη στιγμή, λίγο πριν γίνει δέντρο, εκείνη τη θαυμάσια στιγμή, λίγο πριν γίνει δέντρο που’ χε κρατήσει στα χέρια του τη μαγική πέτρα· τότε που’ χε στη διάθεσή του κάθε είδους μεταμόρφωση· τότε που φλόγιζε η ζωή μέσα του όσο ποτέ άλλοτε! Αναλογίστηκε το πουλί που του’ χε χαμογελάσει τότε, και το δέντρο που ήταν ήλιος και φεγγάρι. Τον κυρίεψε η σκέψη ότι κάτι είχε παραλείψει τότε, ότι κάτι είχε ξεχάσει κι ότι η συμβουλή του φιδιού δεν ήταν σωστή.
Η κόρη άκουσε να θροΐζουν τα φύλλα του δέντρου Πίκτορ, γύρισε το βλέμμα της και το κοίταξε από κάτω ως την κορφή, κι ένιωσε μ΄ έναν ξαφνικό πόνο στην καρδιά, καινούριες σκέψεις, καινούρια όνειρα να αναδεύονται μέσα της. Κάτω από την έλξη αυτής της άγνωστης δύναμης, κάθισε στα ριζά του δέντρου. Της φάνηκε μοναχικό και λυπημένο, κι αινιγματικό τής ακουγόταν το τραγούδι της κορφής του, που θρόιζε σιγανά. Ακούμπησε στον τραχύ κορμό του, ένιωσε το δέντρο ν’ ανατριχιάζει βαθιά, κι αισθάνθηκε την ίδια ανατριχίλα και στη δική της καρδιά. Παράξενα της πονούσε η καρδιά, πάνω απ’ τον ουρανό τής ψυχής της έτρεχαν σύννεφα, αργά έπεφταν απ’ τα μάτια της τα βαριά δάκρυα. Τι ήταν λοιπόν αυτό; Γιατί έπρεπε να υποφέρει κανείς τόσο; Γιατί ποθούσε η καρδιά να σπάσει το στήθος και να λιώσει μαζί μ’ αυτόν, μέσα σ’ αυτόν, τον όμορφο ερημίτη;..."  
Hermann Hesse, Pictor’s Metamorphoses (Οι μεταμορφώσεις του Πίκτορ), μτφ. Κυριακή Συντελή, εκδ. Καστανιώτη

"Γιατί ποθούσε η καρδιά να σπάσει το στήθος και να λιώσει μαζί μ’ αυτόν, μέσα σ’ αυτόν, τον όμορφο ερημίτη;"
Έτσι είπε το «σύννεφο» και άρχισε να δακρύζει. Τα δάκρυά του έγιναν βροχή κι άρχισε σιγά σιγά να λιώνει και να χάνεται αφήνοντας στο κατόπι τού «όμορφου ερημίτη» ένα ερωτηματικό... Ώσπου έσβησε από τα μάτια μου κι εγώ μαζί του, πεθαίνοντας όλους τους θανάτουςcelia g.

Ο Έρμαν Έσσε στο βιβλίο του, βέβαια, συνεχίζει την ιστορία με τον Πίκτορ. Ωστόσο, για μένα το παραμύθι σταμάτησε σ' εκείνο το ερωτηματικό· εκεί, ακριβώς, που το εγκατέλειψε κι ο ταξιδιάρης "ερημίτης " του ουρανού...