Egon Schiele, Γονατιστή γυναίκα με κόκκινο φόρεμα, 1911 |
Στον διανοητικά προικισμένο άνθρωπο, η μοναχικότητα παρέχει ένα
διττό όφελος: πρώτον το να είναι με τον εαυτό του και, δεύτερον, το να μην είναι
με άλλους. Τούτο το τελευταίο θα το αξιολογήσει κανείς ιδιαίτερα αναλογιζόμενος
πόσα βάσανα, πόσους καταναγκασμούς ακόμη και κινδύνους ενέχει κάθε συναναστροφή.
Tout notre mal vient de ne
pouvoir etre seuls, λέγει ο La Bruyere. Το να έχει κανείς καθ’ εαυτόν τόσα πολλά ώστε
να μη χρειάζεται συναναστροφές συνιστά μεγάλη τύχη και μόνο για το γεγονός ότι όλα
σχεδόν τα δεινά μας εκπηγάζουν από αυτές.
[……………………………………………………………………..........................…………………]
………….η αγάπη για τη μοναχικότητα δεν πρέπει να συνιστά
πρωτογενή ροπή, αλλά μεταγενέστερο προϊόν της πείρας και του στοχασμού, τούτο
δε σε συνάρτηση με την ανάπτυξη των πνευματικών του δυνάμεων, συνάμα όμως και
με το προχώρημα της ηλικίας του: από συνολική άποψη, η κοινωνική ορμή του καθενός
θα πρέπει να βρίσκεται σε αντίστροφη αναλογική σχέση προς την ηλικία του."
Arthur Schopenhauer,
Αφορισμοί για την πρακτική σοφία της ζωής, μτφ. Δ.Υφαντής, εκδ. Ροές
Cercato ò sempre
solitaria vita
(le rive il
sanno, et le campagne e i boschi)
per fuggir questi
ingegni sordi et loschi,
che la strada del
cielo ànno smarrita;
et se mia voglia
in ciò fusse compita,
fuor del dolce
aere de’ paesi toschi
anchor m’avria
tra’ suoi bei colli foschi
Sorga, ch’a
pianger et cantar m’aita.
Ma mia fortuna, a
me sempre nemica,
10mi risospigne
al loco ov’io mi sdegno
veder nel fango
il bel tesoro mio.
A la man ond’io
scrivo è fatta amica
a questa volta,
et non è forse indegno:
Amor sel vide, et
sa ’l madonna et io.
Francesco Petrarca, sonetto 221