Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2013

"Θα ζωγραφίζω κροκοδείλους κι αστερίες και δράκους"

"Θα΄θελα να βρω μια έκφραση για τη διττότητα. Θα' θελα να γράφω κεφαλαία και προτάσεις, όπου να' ναι φανερές η μελωδία και η αντιμελωδία ταυτόχρονα, όπου να στέκεται αδιάλειπτα δίπλα στην πολυμορφία η ενότητα· δίπλα στο φαιδρό, το σοβαρό· γιατί η ζωή, κατά τη γνώμη μου, συντελείται μονάχα μέσα στη διακύμανση ανάμεσα σε δύο πόλους, στο πέρα-δώθε ανάμεσα στους θεμέλιους λίθους του κόσμου. Ακατάπαυστα θέλω να παραπέμπω με ενθουσιασμό στη μακάρια πολυμορφία του κόσμου και, εξίσου ακατάπαυστα, να υπενθυμίζω ότι αυτή η πολυμορφία βασίζεται στην ενότητα
Έρμαν Έσσε, Psychologia Balnearia (Τα σχόλια ενός πελάτη των λουτρών του Μπάντεν), 1923
Gustav klimt, Water serpents 2, 1907
(Γιατί εκτιμάς τα παραμύθια και μπορείς να βρίσκεις σε αυτά τις αλήθειες της ζωής.)
Το τέλος του παραμυθιού, όπως το ...αποφάσισε ο συγγραφέας του.
"Μόλις η κόρη κράτησε τη μαγική πέτρα στο λευκό της χέρι, εκπληρώθηκε η ευχή που γέμιζε τόσο πολύ την καρδιά της. Η όμορφη κόρη εξαφανίστηκε, βυθίστηκε τελείως κι έγινε ένα με το δέντρο, κι έπιασε να φυτρώνει απ’ τον κορμό του σαν κλαδί καινούριο, ακμαίο, και γοργά να μεγαλώνει για να πάει ψηλά και να το φτάσει.
Τώρα, όλα ήταν όμορφα. Τώρα, ο κόσμος είχε τάξη. Τώρα, είχε μόλις βρεθεί ο Παράδεισος. Ο Πίκτορ δεν ήταν πια ένα γέρικο, βασανισμένο δέντρο· τώρα, τραγουδούσε δυνατά: Πικτόρια, Victoria.
Μεταμορφώθηκε. Κι επειδή, αυτή τη φορά, είχε φτάσει στη σωστή, στην αιώνια μεταμόρφωση, μπορούσε από κείνη τη στιγμή κι ύστερα να μεταμορφώνεται συνέχεια κι όσο ήθελε. Ακατάπαυστα κυλούσε το μαγικό ρεύμα του γίγνεσθαι μέσα στο αίμα του· αιώνια μπορούσε να συμμετέχει στη Δημιουργία της κάθε στιγμής.
Έγινε ελάφι, έγινε ψάρι, έγινε άνθρωπος, έγινε φίδι, σύννεφο, πουλί. Σε κάθε μορφή, όμως, ήταν ολόκληρος, ήταν ζευγάρι είχε φεγγάρι και ήλιο, είχε άντρα και γυναίκα μέσα του, σαν δίδυμο ποτάμι κυλούσε μέσα από τους τόπους, σαν διπλαστέρι έφεγγε στον ουρανό." (1922)
Έρμαν Έσσε, Οι μεταμορφώσεις του Πίκτορ, μτφ.Κ. Συντελή, εκδ. Καστανιώτη, σελ. 37-38