"Ένα μεγάλο ποτάμι ζωής ρέει ανάμεσα σε μένα και σε μια
ημερομηνία τόσο απόμακρη. Δύσκολα, αν όχι καθόλου, μπορείς να διακρίνεις κάτι
σε μια τόσο αχανή έρημο. Όμως για μένα όλα φαίνονται να έγιναν, δεν θα έλεγα
χτες αλλά σήμερα. Ο χρόνος είναι μια πολύ μακριά στιγμή. Δεν μπορούμε να τη χωρίσουμε
σε εποχές. Μπορούμε μονάχα να καταγράφουμε τις διαθέσεις του και να σημειώνουμε
την επιστροφή τους. Σε μας ο ίδιος ο χρόνος δεν προχωρά. Περιστρέφεται. Μοιάζει
να στριφογυρίζει γύρω από ένα κέντρο πόνου. Η παραλυτική ακινησία μιας ζωής, όπου
κάθε σύμπτωσή της οργανώνεται πάνω σε ένα απαράλλαχτο σχεδιάγραμμα, έτσι που να
τρώμε, να πίνουμε, να ξαπλώνουμε και να προσευχόμαστε ή τουλάχιστον να γονατίζουμε
για προσευχή σύμφωνα με τους άκαμπτους κανόνες ενός άτεγκτου προγραμματισμού· αυτή
η ιδιότητα της στατικότητας, που κάνει την κάθε φρικτή μέρα πανομοιότυπη στην
παραμικρή της λεπτομέρεια με την αδερφική της, μοιάζει να έρχεται σε επαφή με
εκείνες τις εξωτερικές δυνάμεις των οποίων η πεμπτουσία είναι η ακατάπαυστη
αλλαγή. […] Για μένα δεν υπάρχει παρά μια μόνο εποχή, η εποχή της θλίψης. Ακόμα και
τον ήλιο και το φεγγάρι μου τα έχουν στερήσει. Έξω μπορεί η μέρα να είναι γαλάζια
και χρυσαφιά, αλλά το φως που τρυπώνει εδώ μέσα από τα θολωμένα τζάμια του
μικρού σιδερόφρακτου φεγγίτη, βαθιά κάτω από τον οποίο καθόμαστε, είναι σκούρο
και μισερό. Στο κελί μου είναι πάντα σούρουπο που βασιλεύει στην καρδιά μου,
και στις σφαίρες της σκέψης, όπως ακριβώς και στις σφαίρες του χρόνου, η κίνηση
δεν υπάρχει άλλο πια. Εκείνο που εσύ ο ίδιος ξέχασες από καιρό, ή μπορείς εύκολα
να ξεχάσεις, συμβαίνει σε μένα τώρα, και θα μου συμβεί αύριο πάλι. Θυμήσου αυτό
και τότε θα μπορέσεις να αντιληφθείς, έστω και λίγο, γιατί γράφω και μάλιστα κατ’
αυτό τον τρόπο…"