Δευτέρα 20 Ιουλίου 2015

Η απάτη

Paul Gauguin, Two Tahitian Women, 1899
Ο πόλεμος είχε τελειώσει και γίνονταν οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή ειρήνης, όταν ξαναβρέθηκα με την Κασταλία στο ίδιο εκείνο το δωμάτιο που κάναμε τις συναντήσεις μας. [………] 
«Θα μπορούσες σίγουρα να τη διδάξεις να πιστεύει ότι το μυαλό των ανδρών είναι και θα είναι πάντα πολύ ανώτερο από το μυαλό των γυναικών», της πρότεινα. Ακούγοντας αυτό το πρόσωπό της φωτίστηκε και άρχισε να ξεφυλλίζει και πάλι τα παλιά πρακτικά. «Ναι», είπε, «σκέψου τις ανακαλύψεις τους, τα μαθηματικά τους, τις επιστήμες τους, τη φιλοσοφία τους, την πολυμάθειά τους…» και μετά άρχισε να γελάει». «Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου το γερο- Χόμπκιν και τους ψύλλους στα άχυρα», είπε και συνέχισε να διαβάζει και να γελάει και νόμιζα πως ήταν μάλλον ευχαριστημένη, όταν πέταξε ξαφνικά το βιβλίο και ξέσπασε: «Ω! Κασσάνδρα, γιατί με βασανίζεις; Δεν ξέρεις ότι η πίστη στο πνεύμα των ανδρών είναι η μεγαλύτερη απάτη που υπάρχει;» «Τι;» αναφώνησα. «Ρώτα όποιον δημοσιογράφο, καθηγητή, πολιτικό ή ταβερνιάρη θέλεις και θα σου πει ότι οι άνδρες είναι πολύ πιο έξυπνοι από τις γυναίκες». «Λες και είχα καμιά αμφιβολία», είπε περιφρονητικά. «Μα πώς να μην είναι; Από καταβολής κόσμου, τους ανατρέφουμε, τους ταΐζουμε, τους κανακεύουμε για να γίνουν, αν μη τι άλλο, έξυπνοι. Το φταίξιμο είναι όλο δικό μας!» είπε. «Επιμέναμε να αποκτήσουμε πνεύμα και το αποκτήσαμε. Αλλά, τελικά αυτό το πνεύμα», συνέχισε, «μόνο πνεύμα δεν είναι! Τι πιο γοητευτικό από ένα αγόρι που δεν έχει καλλιεργήσει ακόμα το πνεύμα του; Είναι όμορφος· δεν κάνει τον σπουδαίο· καταλαβαίνει την τέχνη και τη λογοτεχνία μόνο από ένστικτο· ζει απολαμβάνοντας τη ζωή του και κάνοντας και τους άλλους να την απολαμβάνουν. Μετά του μαθαίνουν να καλλιεργεί το πνεύμα του. Γίνεται δικηγόρος, δημόσιος υπάλληλος, στρατηγός, συγγραφέας, καθηγητής. Κάθε μέρα πρέπει να πηγαίνει σ’ ένα γραφείο. Κάθε χρόνο να παράγει και από ένα βιβλίο. Συντηρεί μια ολόκληρη οικογένεια με τα προϊόντα του εγκεφάλου του – ο κακόμοιρος! Πολύ σύντομα καταντάει να μην μπορεί να μπει σε ένα δωμάτιο χωρίς να κάνει τους άλλους να αισθάνονται άβολα. Παριστάνει ότι είναι ανώτερος από κάθε γυναίκα που συναντά και δεν τολμά να πει την αλήθεια, ούτε στην ίδια του τη γυναίκα. Κάθε φορά που είναι να τον πάρουμε αγκαλιά, πρέπει να κλείνουμε τα μάτια μας, αντί να τα αφήνουμε ανοιχτά από ευχαρίστηση. Είναι αλήθεια ότι τελικά βρίσκουν παρηγοριά σε παράσημα διαφόρων σχημάτων, σιρίτια όλων των αποχρώσεων και εισοδήματα όλων των μεγεθών – αλλά η δική μας η παρηγοριά ποια είναι; Ότι σε δέκα χρόνια θα είμαστε σε θέση να περάσουμε λίγες μέρες στη Λαχώρη; Ή το μικρότερο έντομο στην Ιαπωνία έχει ένα όνομα δυο φορές μακρύτερο από το σώμα του; Για όνομα του Θεού. Κασσάνδρα, ας βρούμε κάποιο τρόπο ώστε να γεννούν οι άντρες τα παιδιά! Είναι η μόνη μας λύση. Γιατί αν δεν τους εξασφαλίσουμε μια αθώα απασχόληση, δεν πρόκειται να έχουμε ούτε καλούς ανθρώπους, ούτε καλά βιβλία. Θα χαθούμε μέσα στους καρπούς της ανεξέλεγκτης δραστηριότητάς τους και δεν θα επιβιώσει ούτε ένα ανθρώπινο ον να μαρτυρήσει ότι κάποτε υπήρξε ο Σαίξπηρ!»
«Είναι πολύ αργά», απάντησα. «Ούτε για τα ίδια μας τα παιδιά δεν μπορούμε να προνοήσουμε».
«Και μετά με ρωτάς αν πιστεύω στο πνεύμα», είπε.
Όσο μιλούσαμε, άνθρωποι φώναζαν βραχνά και κουρασμένα κάτω στον δρόμο· αφουγκραστήκαμε κι ακούσαμε ότι η ειρήνη είχε μόλις υπογραφεί. Οι φωνές έσβησαν. Η βροχή έπεφτε, εμποδίζοντας, χωρίς αμφιβολία, τα πυροτεχνήματα να εκραγούν σωστά...

Βιρτζίνια Γουλφ, «Λέσχη γυναικών» (απόσπ.), εκδ. Νεφέλη, μετ. Μαρία Αποστόλη, σελ.  31-33