Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2013

Το "καλό" και το "κακό"

Henri Matisse
«Και έδωσε στις σκέψεις του μια μορφή ακόμα πιο γενική και απρόσωπη, αντικαθιστώντας το καλό και το κακό με τη σχέση που υφίσταται μεταξύ των αιτημάτων «Πράττε!» και «Μην πράττεις!». Διότι όσο μια ηθική – και αυτό ισχύει τόσο για το πνεύμα του αγαπάτε αλλήλους όσο και μιας ορδής Βανδάλων – βρίσκεται σε άνοδο, το «Μην πράττεις!» είναι μόνο η άλλη όψη και το φυσικό επακόλουθο του «Πράττε!»· η πράξη και η μη πράξη φλέγονται, και δεν πειράζει όσα λάθη και αν περικλείουν, διότι είναι λάθη …αγίων και μαρτύρων.  Σε αυτή την κατάσταση ανόδου της ηθικής καλό και κακό ισοδυναμούν με ευτυχία και δυστυχία ολόκληρου του ανθρώπου. Μόλις ωστόσο κυριαρχεί το αμφίβολο και η εκπλήρωσή του δεν συνδέεται πια με τις ιδιαίτερες δυσκολίες, η σχέση μεταξύ αιτήματος ή απαγόρευσης και αναγκαιότητας περνά αναγκαστικά από μια αποφασιστική φάση: το καθήκον, το οποίο δεν γεννιέται πια κάθε μέρα ζωντανό, αλλά απομυζημένο και αναλυμένο σε Εάν και Αλλά, πρέπει να διατίθεται έτοιμο για παντός είδους χρήση· και έτσι ξεκινά μια διαδικασία κατά τη μετέπειτα πορεία της οποίας αρετή και κακία καθώς έλκουν την καταγωγή τους από τους ίδιους κανόνες, νόμους, εξαιρέσεις και περιορισμούς, εξομοιώνονται όλο και περισσότερο, ώσπου στο τέλος δημιουργείται εκείνη η ιδιόρρυθμη, αλλά κατά βάθος αβάσταχτη αντίφαση, η οποία ήταν η αφετηρία του Ούλριχ: ότι δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό χάνει κάθε σημασία μπροστά στην ευχαρίστηση που προκαλεί ένας καθαρός, βαθύς και πρωταρχικός τρόπος ενέργειας, ευχαρίστηση που μπορεί να πεταχτεί σαν σπίθα τόσο από επιτρεπτά όσο και από απαγορευμένα συμβάντα. Ναι, όποιος αναρωτηθεί αμερόληπτα, θα διαπιστώσει πιθανόν ότι το  απαγορευτικό πεδίο της ηθικής φορτίζεται περισσότερο απ’ ό,τι το αιτούμενο: ενώ φαίνεται σχετικά φυσιολογικό να μην επιτρέπεται να διαπράττονται  ορισμένες , οι λεγόμενες «κακές», ενέργειες ή, εάν παρ’ όλα αυτά διαπράττονται, τουλάχιστον να θεωρείται ότι κακώς διεπράχθησαν, όπως λόγου χάρη η ιδιοποίηση ξένης περιουσίας ή η ακολασία στην απόλαυση, οι αντίστοιχες θετικές παραδόσεις της ηθικής – σ’ αυτή την περίπτωση θα ήταν η γενναιοδωρία του απόλυτου δοσίματος ή ο πόθος απονέκρωσης της σάρκας – έχουν σχεδόν χαθεί κιόλας, και όπου ακόμα διατηρούνται οι ανάλογες πράξεις είναι έργο τρελών ή φαντασιοκόπων ή χλωμών Φαρισαίων. Και σε μια τέτοια κατάσταση πραγμάτων, όπου η αρετή είναι ανάπηρη και η ηθική συμπεριφορά συνίσταται κυρίως στον περιορισμό της ανήθικης, μπορεί εύκολα να έρθουν έτσι τα πράγματα, ώστε η τελευταία να φαίνεται όχι μόνο πιο πρωτογενής και ρωμαλέα από την ηθική αλλά ηθικότερη, αν επιτρέπεται η χρησιμοποίηση αυτής της λέξης όχι με την έννοια του δικαίου και του νόμου, αλλά ως μέτρο των παθών που είναι δυνατόν να προκαλέσουν συνειδησιακά ζητήματα. Μα είναι δυνατόν να υπάρχει μεγαλύτερη αντίφαση απ’ το ό,τι εσωτερικά ευνοεί κανείς το κακό, επειδή με το υπόλοιπο της ψυχής που του απομένει  αναζητά το καλό;!»
Robert Musil, Der Mann ohne Eigenschaften, (Ο άνθρωπος χωρίς ιδιότητες)